“Οι αλλαγές πρέπει να είναι πολύ βαθιές και να αφορούν το DNA της λειτουργίας των Πανεπιστημίων και των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων.” (Δήλωση Α. Διαμαντοπούλου)
Το πανεπιστήμιο, όπως το ξέραμε μέχρι σήμερα, πρόκειται να υποστεί μετάλλαξη. Οι επιστήμονες του καπιταλισμού δεν ανησυχούν. Ξέρουν ότι θα προκύψει τερατογένεση και δεν τους πειράζει καθόλου γιατί το σύστημα τώρα πια έχει ανάγκη πιο πειθαρχημένους και παραγωγικούς εργάτες, που πρέπει να εκπαιδευτούν και να υποταχθούν σε αυτά τα δεδομένα όσο πιο νωρίς γίνεται, ήδη δηλαδη από το πανεπιστήμιο.
Ειδικότερα, η πλήρης εγκαθίδρυση των πιστωτικών μονάδων (ECTS) σε συνδυασμό με τα χρόνια φοίτησης (ν+2) και τη δυνατότητα(!) να αποτύχει κανείς τρεις φορές σ’ ένα μάθημα σημαίνει την ένταση του ήδη συμβαίνοντος εξουθενωτικού κυνηγιού ενός ανύπαρκτου στόχου. Επιπλέον, η αναγόρευση των ECTS σε μονάδα μέτρησης της επιστημονικής επάρκειας του κάθε εργαζομένου σε συνδυασμό με τον περίφημο θεσμό της Δια Βίου Μάθησης- που στη γλώσσα των αφεντικών σημαίνει συνεχή κατάρτιση- δρομολογεί την επισφαλειοποίηση των ζωών μας. Ακόμα και ο ελεύθερος χρόνος, που κάποτε τα αφεντικά μας επέτρεπαν να έχουμε, μετατρέπεται σε χρόνο εργασίας ή σε χρόνο εκπαίδευσης για την εργασία. Εντωμεταξύ, τ’ αφεντικά θα απολαμβάνουν τα οφέλη ενός παραγωγικού και συνάμα φοβισμένου εργατικού δυναμικού, που αντί να διεκδικεί την κλεμμένη του ζωή, θα κατακερματίζεται ακόμα περισσότερο στα πλαίσια ενός αέναου και διάχυτου ενδοκοινωνικού κανιβαλισμού. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί και ο σκοπός του πανεπιστημίου, ο οποίος ξεκάθαρα αναγράφεται στο άρθρο 4 παρ.1 περ.δ: οι φοιτητές «πρέπει να ανταποκρίνονται στην αγορά εργασίας και στις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας». Αυτοί θα είναι και οι στόχοι που θα πρέπει ένα ίδρυμα να πετύχει για να αξιολογείται θετικά και να επιβραβεύεται από την ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση).
Εν μέσω της κρίσης του, ο καπιταλισμός εδώ και καιρό αγκομαχά να “θρέφει” το δυναμικό που θα συνεχίσει την παραγωγή και ψάχνει προοπτικές εξόδου με διάφορα ημίμετρα. Οπότε οι εκμεταλλευόμενοι θα καλούνται να αναλάβουν την κάλυψη ενός όλο και μεγαλύτερου μέρους των δαπανών της αναπαραγωγής τους. Με απλά λόγια: πληρώνεις την τωρινή σου εκμετάλλευση με την ελπίδα να σε εκμεταλλεύονται στο μέλλον με λίγο καλύτερους όρους. Επιστρατεύεται, λοιπόν, η μείωση των δαπανών των ιδρυμάτων. Σ’ αυτό το πλαίσιο κινούνται οι επιλογές του κράτους τόσο για το φθηνότερο ηλεκτρονικό αντί του εντύπου σύγγραμμα “που θα περιλαμβάνει το μεγαλύτερο, αν όχι ολόκληρο, μέρος της ύλης” και ο φοιτητής θα πρέπει(αν δε θέλει να χάσει την όραση του) να το εκτυπώνει με δικό του κόστος, καθώς και η πλήρης κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων κατά το έτος 2014- 2015. Όλα αυτά βέβαια έρχονται να προστεθούν στα ενοίκια,στα εισιτήρια των λεωφορείων, στη συνεχή υπονόμευση της δωρεάν σίτισης, στους φωτοτυπημένους κώδικες και στα δεκάδες βιβλία πρακτικών και σημειώσεων που κάνουν τη «δημόσια δωρεάν» παιδεία να δείχνει τα δόντια της.
Σε αυτήν την περίοδο, που η κοινωνική κατάσταση είναι εκρηκτική, η κρατική βία και καταστολή πρωτοφανής και κάθε απεργιακή και όχι μόνο κινητοποίηση καταλήγει σε βίαιες συγκρούσεις, σε αυτήν την περίοδο που η δυσαρέσκεια έχει αρχίσει να παίρνει τη μορφή επικίνδυνης οργής, το κράτος οχυρώνεται. Αποτέλεσμα αυτής της οχύρωσης είναι και η κατάργηση του ασύλου. Το άσυλο είναι αυτό που βοήθησε το πανεπιστήμιο να βιωθεί ως κοινός χώρος και να αναδείξει πρακτικές (καταλήψεις φοιτητών, δωρεάν προβολές, εκδηλώσεις και πάρτι) που πρέπει ως επικίνδυνες(!)να παταχθούν. Ωστόσο, ποτέ δεν αντιμετωπίσαμε το άσυλο ως ένα θεσμό με θεματοφύλακα το κράτος αλλά ως μια κατάκτηση διαρκώς διακυβεύσιμη που μέσα από τους αγώνες μας νοηματοδοτείται και ισχυροποιείται.
Τελικά, ο νόμος πλαίσιο έρχεται να επισφραγίσει μιαν υποβόσκουσα και σταδιακά δρομολογούμενη εκπαιδευτική αναδιάρθρωση άρρηκτα συνδεδεμένη και σαφώς εκκινούμενη από την εργασιακή αναδιάρθρωση. Ελαστικές σχέσεις εργασίας, συνεχής κατάρτιση μέσω της ρητορείας περί “Δια Βίου Μάθησης”, εντατικοποίηση των ρυθμών δουλειάς. Φανερό ότι το κράτος επιλέγει πλέον ξεκάθαρα να μας αναπαράγει ως επισφαλείς εργαζόμενους-ες. Κάποιοι από εμάς ήδη το ζούμε, κάποιες θα το ζήσουμε. Δεν τρέφουμε αυταπάτες ότι θα βρούμε δουλειά και πολύ περισσότερο δεν έχουμε καμία διάθεση να δουλεύουμε σε 2 ή και 3 δουλειές για να επιβιώσουμε. Γι’ αυτό δεν αναζητάμε τη χαμένη αξία του πτυχίου. Άλλωστε δε συμμεριζόμαστε το διαχωρισμό των εκμεταλλευόμενων σε συντεχνίες ανάλογα με την αξία των πτυχίων τους. Κάθε διαχωρισμός αποσκοπεί στην αποδυνάμωση των από τα κάτω. Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι τα καλέσματα για ενότητα “ ενόψει της σωτηρίας του πανεπιστημίου μας (βλ. του έθνους μας…)” είναι κατ’ ουσίαν κενά. Γιατί δεν έχουμε κανένα κοινό συμφέρον με όλους αυτούς που υποστηρίζουν το υπάρχον σύστημα που τους γέννησε και τους ανέθρεψε και τώρα αντιδρούν υπερασπίζοντας τα συντεχνιακά τους συμφέροντα. Οι δικόι μας αγώνες όχι μόνο δε χωράνε αλλά εχθρεύονται αιτήματα για την προστασία του κάθε παραταξιακόυ μαγαζιού που αντολαμβάνεται το φοιτητικό κίνημα ως μαριονέτα, έτοιμη να υπακούσει στις εντολές των επαγγελματιών συνδικαλιστών, να αυξήσει τα εκλογικά ποσοστά και να χειροκροτά παθητικά τις κομματικές γραμμές. Η δική μας λογική αντιλαμβάνεται τον αγώνα ως μια δυναμική διαδικασία , ως μαι κίνηση για να έρθουμε πιο κοντά στην εκπλήρωση των επιθυμιών μας και στην ικανοποίηση των αναγκών μας. Μέσα σε αυτήν τη συγκυρία, αντιλαμβανόμαστε την κατάληψη ως το ισχυρότερο όπλο μας ενάντια στο νομο πλαίσιο. Ένα όπλο που δεν επαφίεται στα χέρια των ειδικών αλλά λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της ζύμωσης και της συλλογικής έκφρασης των διεκδικήσεών μας απέναντι στην εκπαιδευτική και εργασιακή αναδιάρθρωση.
Ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση
Ενάντια στην υποτίμηση των ζωών μας